Τεκμήρια ::  Περιοχή : Νάξος,η

Τεκμήρια :

( 25 )

Κινούμενες εικόνες  

( 24 )

Εικόνες  

( 25 )

Ηχογραφήματα  

( 16 )

Κείμενα

Κείμενα :

1. Βιβλιογραφία: Βασίλης Χατζόπουλος
2. Βιβλιογραφία: Σέργης, Μανόλης: Λαογραφικά και εθνογραφικά από το Γλυνάδο Νάξου.
3. Βιβλιοπαρουσίαση: Κεφαλληνιάδης, Νίκος: Γιώγος Κονιτόπουλος. Ο βάρδος του Αιγαίου. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.
4. Μια αξιοσημείωτη είδηση για το "κολόβι" και το χρόνο εγκαταλείψεώς του στη Νάξο.
5. Διαλεχτή Ζευγώλη-Γλέζου (1907-1996)
6. Η ναξιακή λαϊκή παράδοση
7. Εικόνες και παρομοιώσεις στ' απεραθίτικα λαϊκά δίστιχα
8. Η λαϊκή τέχνη στη Νάξο
9. Η Μουσικοχορευτική Παράδοση στη Νάξο
10. Βιβλιοπαρουσίαση: Ψαράς, Μανώλης
11. Τρεις κληρικοί στη Νάξο του 1883, μέσα από το έργο «The Cyclades, or Life Among the Insular Greeks» του άγγλου περιηγητή J. Th. Bent.
12. Η χορευτική παράδοση της Νάξου
13. Επιλογή ναξιακής δισκογραφίας
14. Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Νάξου
15. Κρητικοί στη Νάξο - Ζευγώλης, Γιώργος Δημ.: Εποικοι Κρητικοί στ' Απεράθου της Νάξου.
16. Παιχνίδια και παιχνιδιατόροι του χορού στη Νάξο


Κείμενο : 3 Βιβλιοπαρουσίαση: Κεφαλληνιάδης, Νίκος: Γιώγος Κονιτόπουλος. Ο βάρδος του Αιγαίου. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.
Πηγή : /P023-12 , Ευρετήριο : O-F7EFF387

Μανόλης Γ. Σέργης

Βιβλιοπαρουσίαση: Κεφαλληνιάδης, Νίκος: Γιώγος Κονιτόπουλος. Ο βάρδος του Αιγαίου. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.


Σέργης, Γ. Μανόλης: " Βιβλιοπαρουσίαση: Κεφαλληνιάδης, Νίκος: Γιώγος Κονιτόπουλος. Ο βάρδος του Αιγαίου. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.", Παράδοση και Τέχνη 023, σελ. 21-22, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 1995.





ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Κεφαλληνιάδης, Νίκος: Γιώγος Κονιτόπουλος. Ο βάρδος του Αιγαίου. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.

Η προσφορά του κ. Νίκου Ανδρ. Κεφαλληνιάδη (Ν.Κ) στην ναξιακή Ιστορία και Λαογραφία είναι γνωστή και αναγνωρισμένη. Ως εκ τούτου κάθε δική μου αναφορά σ' αυτήν τη θεωρώ τουλάχιστον πλεονασμό. Το πλουσιότατο ιστορικό και λαογραφικό του έργο θα αποτελεί πάντα σημείο αναφοράς των επιστημόνων που ασχολούνται με τις ανθρωπιστικές σπουδές.

Με το βιβλίο του "Γιώργος Κονιτόπουλος, ο βάρδος του Αιγαίου", ο Ν.Κ. ολοκληρώνει τη σύνθεση μιας λαογραφικής πρώτης τριλογίας με θέμα της λαϊκούς καλλιτέχνες από τη Νάξο. Προηγήθηκε το βιβλίο του "Βασίλης Χατζόπουλος, ο παραδοσιακός αξιώτης λαουτιέρης", Αθήνα 1991, και επακολούθησαν σε ταυτόχρονη σχεδόν έκδοση (1995) το παρουσιαζόμενο βιβλίο και το "Τραγουδώ και γράφω" της ναξιώτισσας λαϊκής στιχουργού Ειρήνης Χάλκου, με εισαγωγή και επιμέλεια δική του, όλα από τις εκδόσεις Φιλιππότη. Η τριλογία αυτή θα ολοκληρωθεί στο άμεσο μέλλον με το έργο του "Η μουσικοχορευτική παράδοση στη Νάξο", στο οποίο θα παρουσιασθεί, όπως ο τίτλος του δηλώνει, όλη η λαϊκή μουσικοχορευτική παράδοση του νησιού, με τους εκπροσώπους της και την πολυποίκιλη δημιουργία τους.

Στο σημείο αυτό επιθυμώ να εξάρω την πρωτοτυπία του κ. Ν.Κ., τη στροφή του δηλαδή προς τον λαϊκό καλλιτέχνη, που η κοντόθωρη λαογραφική θεώρηση επωνύμων λαογράφων (αλλά και των ηγετικών τάξεων) για χρόνια πολλά κράτησε στο περιθώριο και τη σιωπή. "Οσοι προσφέρουν στον τόπο πρέπει να τιμώνται και η μνήμη τους να μένει αιώνια" επισημαίνει ο συγγραφέας στον πρόλογό του εκτιμώντας την καλλιτεχνική δημιουργία και προσφορά του Γιώργου Κονιτόπουλου. Επισημαίνει δηλαδή ό,τι η ακαδημαϊκή θεώρηση δεν στάθηκε ικανή (δεν θέλησε;) να αντιληφθεί: (α) το γεγονός ότι πίσω από κάθε μεγάλη στιγμή της τέχνης (άρα και της μουσικής) υποκρύπτεται η πρώτη ύλη της, την οποία επεξεργάστηκαν η ψυχή, το πνεύμα και φυσικά τα χέρια ανώνυμων λαϊκών ανθρώπων, και (β) ότι η αναγνώριση της παραπάνω διαδικασίας έπρεπε να γίνει τη στιγμή που αυτή συντελούνταν. Είναι αδιανόητο να μιλάμε για παράδοση (για το υλικό της) και να παραβλέπουμε τους φορείς της, τους οποίους ανακαλύψαμε προσφάτως. Αυτό το παράλογο, αλλά πραγματικό φαινόμενο αναιρεί η ενασχόλησή του Ν.Κ. με τον λαϊκό καλλιτέχνη. Γι' αυτόν τον λόγο είναι, για τα ναξιακά τουλάχιστον δεδομένα, πρωτοτυπία ηστροφή του αυτή.

Αλλά ας έλθουμε στο προκείμενο, στο ίδιο το βιβλίο, την προσωπογραφία του μεγάλου ναξιώτη λαϊκού καλλιτέχνη Γιώργου Κονιτόπουλου (Γ.Κ.). Υλικό συνθέσεώς του αποτελούν κατά βάση οι κατά καιρούς (λίγες) συνεντεύξεις και κάποια κείμενα του Γ.Κ., αποσπάσματα από το βιβλίο του συνεργάτη του Β. Χατζόπουλου, δημοσιογραφικά κείμενα αναφερόμενα στο έργο και την προσφορά του, η στιχουργική και μουσική παραγωγή του, οι στίχοι ορισμένων τραγουδιών του, παλαιότερα αφιερώματα σ' αυτόν, λαϊκά στιχουργήματα και ποιήματα αφιερωμένα στη μνήμη του, συλλυπητήρια τηλεγραφήματα για το θάνατό του κλπ. Το υλικό αυτό πλαισιώνεται με τον πρόλογο, την εισαγωγή και τον επίλογο του συγγραφέα (όπου και οι γενικότερες κρίσεις του για τον προσωπογραφούμενο), με μικρές παρεμβάσεις του σε επί μέρους θέματα, και φωτογραφίες εποχής.

Ολο το προαναφερθέν υλικό δομείται με κάποια χρονολογική σειρά, με κύριο κορμό τις συνεντεύξεις του Γ. Κ., που και αυτές παρουσιάζονται χρονολογικά. Ανάμεσά τους παρεμβάλλονται - ως συνθετικά στοιχεία - θέματα που αφορούν κυρίως στην πνευματική του δημιουργία, στις συνεργασίες του, στη λαϊκή στιχουργία που δημιουργήθηκε εξ αιτίας του θανάτου του. Παρατίθενται επίσης τα συλλυπητήρια τηλεγραφήματα που απεστάλησαν στην οικογένειά του (ήταν άραγε απαραίτητη η παράθεσή τους;), για να καταλήξει προς το τέλος του βιβλίου με το μέλλον "της δυναστείας των Κονιτοπουλαίων" μετά τον θάνατο του αρχηγέτη της. Ο σ. δίνει το μέλλον μέσα από μία συνέντευξη της ταλαντούχας κόρης του, της φυσικής του συνέχειας, αλλά και μέσα από τα κείμενα και τους στίχους που γράφτηκαν στο "Ναξιακό Μέλλον" για την κοινή (αποθεωτική) μουσική εκδήλωση των Κονιτοπουλαίων στο "Παλλάς" το 1993.

Η συμβολή του νέου βιβλίου του κ. Ν.Κ. στη μελέτη του λαϊκού πολιτισμού της Νάξου είναι καθοριστική, αφού ο μελετητής του θα αντλήσει πολύτιμα στοιχεία από το παρουσιαζόμενο υλικό, όχι μόνο για τη μουσική τέχνη του συγκεκριμένου οργανοπαίχτη, συνθέτη, τραγουδιστή και στιχουργού, αλλά και για το όλο κοινωνικό-πολιτιστικό πλαίσιο του νησιού, τουλάχιστον τον παρόντα αιώνα, γνωστού όντος, όπως προαναφέρθη, ότι λείπουν ανάλογα έργα από τη ναξιακή βιβλιογραφία. Αν μάλιστα ο κ. Ν.Κ. έδιδε έμφαση στην κοινωνιολογική θεώρηση των θεμάτων που σχετίζονται με τη ζωή των λαϊκών δημιουργών (με αφορμή την περίπτωση του Γ.Κ.), το αποτέλεσμα θα ήταν ακόμη καλύτερο.

Αλλα και πάλι, μέσα κυρίως από τις συνεντεύξεις του αείμνηστου μουσικού (παρά το αρνητικό των συχνών επαναλήψεων) με την παρουσία του απέρριτου λόγου του, με την ανάκληση και επαναβίωση του έντονα βιωμένου του παρελθόντος του, ο ερευνητής έχει να αποκομίσει πολύτιμα στοιχεία. Επισημαίνω μερικά:
α) Θα γνωρίσει πρωτίστως την προσωπικότητα του Γ.Κ., που αναδύεται αβίαστα μέσα από το βιβλίο, αφτιασίδωτη από ανυπόστατους χαρακτηρισμούς, χωρίς συναισθηματισμούς και μεγαλόστομες ρητορείες. Θα συναντήσει έναν άνθρωπο με δυσεύρετη σήμερα απλότητα, δεμένο με τη θάλασσα και τον κόσμο της, με σπάνιες ευαισθησίες, αυτές που περνά μέσα σ' όλη του τη στιχουργική, με τον τρόπο δηλαδή που υμνεί τον έρωτα, την αγάπη προς τη θάλασσα, τη νησιώτικη φύση, την πίστη στην Παναγιά και το θαλασσινό Αγιο κ.α. Οσο για τις εναντίον του κατηγορίες που (ξανα)γράφτηκαν προσφάτως (ανεπίτρεπτες όντας νεκρός) περί "κλοπής" δημοτικών στίχων, απαντά ο ίδιος (σσ. 62-64) μέσα από τον τάφο του....
β) Θα έλθει σε επαφή με το ναξιακό κοινωνικό και (κυρίως) το πολιτιστικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στηρίχθηκε ο Γ.Κ., αφού ευτύχησε να γεννηθεί από μουσική οικογένεια, με ακούσματα λαϊκά "εξ απαλών ονύχων",

από μωρό στην κούνια σου σάρτενες στον αέρα
γιατί βιολιά στο σπίτι σας παίζανε κάθε μέρα (σ.126)


σε ένα χωριό που οι μουσικές επιδόσεις των κατοίκων του κατήντησαν παροιμιακές, σ' ένα νησί-πηγή αστείρευτη οργανοπαιχτών και τραγουδοποιών, σε έναν ευρύτερο χώρο, το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου, που ο πλόυτος και η ποικιλία της μουσικής του δεν βρίσκουν πουθενά αλλού στον ελληνικό χώρο κάτι ανάλογο.
γ) Θα γνωρίσει ακόμη:
-"Το βίο τον αβίωτο" των λαϊκών οργανοπαικτών που αναγκάζονταν να εξασκούν πάμπολες εργασίες για να εξοικονομήσουν τα προς το ζειν
- Τον σπουδαιότατο κοινωνικό ρόλο που διαδραμάτιζαν στην εποχή τους, αφού ικανοποιούσαν μια κοινωνική ανάγκη: συνέβαλλαν σε πολλές κοινωνικές ψυχαγωγίες και εκτονώσεις, που ενίσχυαν με τη σειρά τους τον στέρεο (παλαιότερα) κοινωνικό ιστό.
- Τον τρόπο (καθαρά πρακτικό) που μάθαιναν να παίζουν τα πρώτα τους μουσικά όργανα, εντελώς αντίθετο με τον "επιστημονικό", που εξαφανίζει την προσωπική έκφραση και το πρωτότυπο, μορφοποιό πάθος του καλλιτέχνη. Ο Γ.Κ. ως αυτοδίδακτος (ικανότατος) βιολιστής,

.....ακουμπούσε τις χορδές
και γίνονταν ωδές
των νησιωτών οι απλοί στίχοι. (σ. 122)

- Την ερωτική σχέση πρακτικού δημιουργού και τέχνης. Σχέση που γίνεται κάποτε "μαχαίρι" για τον Γ.Κ., αφού ομολογεί: "Είμαι προδότης του εαυτού μου και του νησιώτικου τραγουδιού" και "εξόριστος από το νησί μου" (σ. 38), όταν αναγκάζεται να εισάγει στο κέντρο που εργάζεται, προς τέρψη των ποικιλώνυμων πελατών του, ελαφρολαϊκά τραγούδια. "Αλλά υποτάσσομαι, γιατί ...πρέπει και να ζήσωμε..." (ο.π.). Ποιές άραγε μπορεί να είναι οι ψυχικές αντοχές ενός μουσικού σε ένα κοινωνικά και πολιτισμικά εξελισσόμενο περιβάλλον; Οταν κέντρο και του δημοτικού τραγουδιού γίνεται η Αθήνα;
δ) Θα γνωρίσει - τέλος - τη μεγάλη προσφορά του Γ.Κ. στον πολιτισμό, προσφορά που εύστοχα δίνει ο κ. Ν.Κ.: "Ο Γιώργος Κονιτόπουλος είναι από τους κυριότερους εκπροσώπους του νησιωτικού τραγουδιού. Υπήρξε ο βάρδος του Αιγαίου. Ο λαϊκός παραδοσιακός νησιώτης καλλιτέχνης που όχι μόνο διατήρησε την παράδοση, αλλά και προχώρησε στη γνήσια λαϊκή δημιουργία ανανεώνοντας τη λαϊκή νησιώτικη μουσική μας (σ. 13).

Πράγματι, η προσφορά του Γ.Κ. δεν περιορίζεται στην υπερπληθώρα στίχων και μουσικής, αλλά στο ότι συνέζευξε αρμονικότατα την παράδοση με το προσωπικό ύφος, παρά τα περιορισμένα όρια της πρωτοτυπίας στη λαϊκή τέχνη. Ευστοχότατα (και ποιητικά) το μότο της σελ. 5 δίνει την ουσία αυτής της προσφοράς:
Μνήμες θεού μουσικού κι ημιθέου!
θρύλος κι αυτός,
Συνεχιστής
Ανανεωτής
Δημιουργός
και Βάρδος του Αιγαίου!

Και όχι μόνο αυτά, αλλά έκανε σκοπό της ζωής του τη διάδοση του "νησιώτικου" (σ. 14), το μετέτρεψε ως ενεργητικότατος φορέας της Παράδοσης από μουσειακό είδος σε ζωντανή μνήμη (σ. 24) και το πέρασε στα χείλη όλων μας:

.....των νησιών μας πέρασε τα όρια
και με της μουσικής του τα βαπόρια
μίλι το μίλι
τα δικά μας τραγούδια ταξίδεψε
σε όλων τα χείλη! (σ. 122)

Με όλα τα παραπάνω κρίνω - όπως και ο κ. Ν.Κ. - ότι "το βιβλίο αυτό ...αποτελεί... το καλύτερο μνημόσυνο για τον αείμνηστο μουσικό μας" και ότι η πολυποίκιλη συνεισφορά του σ. του στη μελέτη του ναξιακού πολιτισμού γίνεται ακόμη μεγαλύτερη.

Μανόλης Γ. Σέργης
φιλόλογος-συγγραφέας
μεταπτυχιακός φοιτητής Λαογραφίας


***********************************************
**********************************************

PAR023

SergisM03GR.doc