Τεκμήρια ::  Περιοχή : ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ

Τεκμήρια :

( 3 )

Κινούμενες εικόνες  

( 30 )

Εικόνες  

( 16 )

Ηχογραφήματα  

( 4 )

Κείμενα


Κείμενο : 2 Δισκογραφία: Τραγούδια και σκοποί της Θράκης. Αλληλογραφία που λάβαμε.
Πηγή : /P018-05 , Ευρετήριο : O-14685C4D
Νίκος Διονυσόπουλος

Δισκογραφία: Τραγούδια και σκοποί της Θράκης. Αλληλογραφία που λάβαμε.


Διονυσόπουλος, Νίκος: "Δισκογραφία: Τραγούδια και σκοποί της Θράκης. Αλληλογραφία που λάβαμε", Παράδοση και Τέχνη 018, σελ. 12-14, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1994.





Δισκογραφία
«Τραγούδια και σκοποί της Θράκης».
Αλληλογραφία που λάβαμε.



Αγαπητέ κ. Ράφτη
Με έκπληξη και απορία διάβασα στο τεύχος Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου, άρ. φυλ. 17, τα όσα ο συνεργάτης σας κ. Π. Καβακόπουλος γράφει στη στήλη της «δισκογραφίας» για την μουσική έκδοση με τίτλο «Τραγού­δια και σκοποί της Θράκης». Θα περίμενα από αυτή τη στήλη μία σοβαρή κριτική, με στόχο την επισήμανση των οποίων θετικών και αρνητικών στοιχείων τής συγκεκριμένης δισκογραφικής εργασίας στα πλαίσια του εποικοδομητικού διαλόγου.
Αντ’ αυτών, βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα λιβελογράφημα, πέρα από κάθε έννοια δεοντολογίας επιστημονικής κριτικής, πού βάζει στόχο εμέ­να προσωπικά σαν επιμελητή αυτής τής έκδοσης. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για ένα κείμενο μεροληπτικό, χωρίς δομή και ειρμό, πού δια­πνέεται από αδικαιολόγητη εμπάθεια.
Διερωτώμαι ειλικρινά, πώς έτυχε δημοσίευσης ένα τέτοιο κείμενο, το όποιο δεν μπαίνει καν στον κόπο να αναφέρει το αντικείμενο τής κρι­τικής του, αφήνοντας τον αναγνώστη να το καταλάβει από την κεφαλίδα. Είναι δίσκος λοιπόν, κασέτα ή CD, μονός ή διπλός; Ποιοι είναι οι παραγω­γοί; Ποιοι και πώς ερμηνεύουν τα τραγούδια; Ποιοι και πώς συνοδεύουν, τι όργανα χρησιμοποιούνται; Πόσους και τι σκοπούς περιέχει; Τραγούδια χορευτικά ή καθιστικά, αφηγηματικά, ιστορικά ή ερωτικά δίστιχα; Περιέχει συνοδευτικό φυλλάδιο; Τι και ποιοι γράφουν; Περιέχονται τα ποιη­τικά κείμενα; Περιέχει πρωτότυπες εικονογραφήσεις, σπάνιες φωτο­γραφίες, χάρτες εποχής; Είναι δίγλωσσο; ευτύχησαν στη μετάφραση τα ποιητικά κείμενα; Περιλαμβάνει μουσικές καταγραφές και σε τι σημειο­γραφία; Ποια η συνολική αποτίμηση του μουσικού υλικού και της αισθη­τικής της όλης έκδοσης. Προσφέρει κάτι νέο, και αν ναι, τι; Τι προκύπτει από τη πιθανή σύγκριση παρόμοιων ή παλαιότερων σχετικών εκδόσεων; Σε ποια σημεία θα μπορούσε να βελτιωθεί;...
Πολλά τα ερωτήματα που περιμένουν την άποψη του περιοδικού σας κ. Ράφτη, και μένουν δυστυχώς αναπάντητα. Τη θέση των απαντήσεων πήρε η στείρα αντιλογία και ο αυτοέπαινος του συντάκτη σας, με αποτέλεσμα να σας διαψεύδει οικτρά στα όσα γράφατε πριν εννέα μήνες για αυτόν: «Όπως κάθε σοβαρός μελετητής, δεν προβάλει τον εαυτό του, άλλα αφή­νεται να αξιολογηθεί από το έργο του» (Παράδοση, άρ. φ. 13, σ. 5).
Ως υπεύθυνος ύλης, κ. Ράφτη, μπορείτε να διασφαλίζετε ένα επίπεδο στα όσα γράφονται σ’ αυτό το φυλλάδιο. Πιστεύετε ότι το συγκεκριμένο σημείωμα ώθησε προς τα εμπρός τη σκέψη, τον προβληματισμό ή την επιστήμη; "Αν ναι, έχει καλώς. "Αν όχι, τότε ας γίνει αφορμή για μια ανα­βάθμιση αυτού του έντυπου. Κάτω από τον τίτλο «δισκογραφία», όπως και σε κάθε άλλη στήλη, 4.000 αποδέκτες τής «Παράδοσης» (έντυπου πού περιβάλλεται από το κύρος τής ΔΟΛΤ), θα περίμεναν ένα συγκροτη­μένο και υποδειγματικό -στο μέτρο του δυνατού- άρθρο, σχόλιο ή κριτι­κή, τέτοιο που να προάγει τη λαϊκή τέχνη, την κοινή υπόθεσηόλων μας. (Έχουν υπάρξει αρκετά τέτοια κείμενα, όπως λ.χ. στο τελευταίο τεύχος το άρθρο τού κ. Π. Λεούση).
Φοβούμαι όμως ότι με διάτρητα κείμενα (όχι, φυσικά, επειδή βάλλει εναντίον μου το συγκεκριμένο του κ. Καβακόπουλου), δεν υπηρετείται ο υγιής προβληματισμός και ο γόνιμος διάλογος.
Βέβαια ο συγκεκριμένος συντάκτης σας, μας έχει συνηθίσει και στο παρελθόν σε αντίστοιχου ύφους γραπτά, που διεκδικούν το χαρακτηρι­σμό «κριτική». Θα θυμίσω δε, από δικά σας γραπτά, κ. Ράφτη, την 12η εντολή από τον δωδεκάλογο στα «Δεοντολογικά άτοπα» (Παράδοση, άρ. φύλ. 8, σ. 2): «Αλίμονο αν ο καθένας μας μπορούσε να τραβήξει μια μονοκοντυλιά σβήνοντας όλους τους άλλους για να μείνει μόνος του σαν αυθεντία στο χώρο...» Στην προκειμένη περίπτωση ο κ. Καβακόπουλος, σε ένα και μόνον σημείωμα του, βρίσκει μόνον λάθη σε όλους σχεδόν όσους αναφέρει άμεσα ή έμμεσα: S. Baud-Bovy, Σ. Καρά, Γ. Αμαργιαννάκη, Γ. Αρβανίτη, τους 11 από τους 12 μουσικούς του δίσκου και έμενα προ­σωπικά. Επί πλέον - για να μην επεκταθώ και σε άλλα-, θα αναφέρω μό­νον την κριτική του για προηγούμενο δίσκο, που επίσης είχα επιμεληθεί, με τίτλο «Τραγούδια και σκοποί της Μακεδονίας» με την Ξανθίππη Καραθανάση. Κατά τη γνώμη του, λοιπόν, ήταν μια ατυχής προσπάθεια που δεν είχε λόγο ύπαρξης. Σε απάντηση του, (πέρα από τα διάφορα κολακευτικά σχόλια πού εισέπραξε η έκδοση), ήρθε το γεγονός ότι αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική μέχρι στιγμής έκδοση στα δισκογραφικά χρονικά τής Ελλάδας, η οποία βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών!
Πρόθεση μου είναι οι δισκογραφήσεις παραδοσιακής μουσικής, τις όποιες επιμελούμαι, να αποτελούν καρπό μιας επισταμένης μελέτης και έρευνας με τους κανόνες μιας κοινά αποδεκτής επιστημονικής μεθοδο­λογίας. Ταυτόχρονα γίνεται προσπάθεια να αρθρωθεί μια πρόταση μου­σικής και εκδοτικής αισθητικής, η οποία να υπερβαίνει τον μουσειακό τους χαρακτήρα και να κάνει την παραδοσιακή μουσική προσιτή σ' ένα σύγχρονο ακροατήριο χωρίς όμως να αλλοιώνει την υφή της.
Αντίθετα, δεν είναι στις προθέσεις μου να ασχοληθώ με ένα κείμενο, που η ανάγνωση του και μόνον είναι προβληματική. Όμως, επειδή στη συγκεκριμένη «κριτική» υπάρχει σωρεία από λάθη, ανακρίβειες, παρα­νοήσεις και προσβλητικές κρίσεις, θα προσπαθήσω να αποκαταστήσω την αλήθεια για το φιλομαθές κοινό τής «Παράδοσης». Η αναφορά μου σε αρκετά επί μέρους σημεία, ενδεχομένως να κουράσει τους ανα­γνώστες σας. Αλλά δεν βρίσκω πιο πρόσφορο τρόπο να πληροφορήσω όλους όσους διάβασαν αυτό το κείμενο και δεν έτυχε να έχουν ταυτό­χρονα πρόσβαση στην μουσική έκδοση πού αναφέρεται, ώστε να διαμορφώσουν δική τους γνώμη.
Ετσι οι επισημάνσεις μου, κ. Ράφτη, και για τις 27(!)παραγράφους του συντάκτη σας είναι οι έξης (παρακάμπτω τους γενικούς αφορισμούς και τις αοριστολογίες):
1. Ξεκινώντας από τον τίτλο, αποσιωπά (άγνωστο για ποιο λόγο) το ένα εκ των δύο συμπαραγωγών ιδρυμάτων (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θρά­κης), αν και αναγράφεται εμφανώς στο εξώφυλλο τού δίσκου και στη σ. 51 του ένθετου, αναφέροντας επιλεκτικά μόνον το άλλο (Πανεπιστη­μιακές Εκδόσεις Κρήτης - Ι.Τ.Ε.).
2-3. Ο αείμνηστος S. Baud-Bovy βασισμένος πάνω σε μια παρατήρηση του Σ. Τσιάνη (FolkSongsofMantineia, 1965), ερμηνεύει και δίνει την θεω­ρητική τεκμηρίωση της διαίρεσης της ελληνικής δημοτικής μουσικής σε δύο μεγάλες ομάδες: της στεριάς και των νησιών. Στο μικρό άλλα μνη­μειώδες βιβλίο του Δοκίμιο για το ελληνικό τραγούδι, (Π.Λ.Ι., Ναύπλιο, 1984) αποδεικνύει και αναφέρει ρητά (σ, 40): «Η κύρια διαφορά όμως ανάμεσα τους νομίζω πώς είναι ο ανημιτονισμός στη στεριανή και η πα­ρουσία του ημιτονίου στη θαλασσινή Ελλάδα», (βλ. επίσης S.B.B. Ledorienetait-ilunmodepentatonique?, Revuedemusicologie, 64, p.p. 153-180, 1978 και Λ. Λιάβα Η ελληνική παραδοσιακή μουσική, περ. Παράδοση, άρ. φ. 8, σ. 10,1993). Με το παραπάνω κριτήριο λοιπόν, από μουσική άποψη η Θράκη ανήκει στην κατηγορία των μουσικών ιδιωμάτων τής θαλασσινής Ελλάδας (Δοκίμιο, α. 39).
Ο κ. Καβακόπουλος διαφωνών θεωρεί, ότι «όλα τα δημοτικά μας τρα­γούδια κινούνται στις ελληνικές φυσικές κλίμακες» και διερωτάται ανα­φερόμενος σε μένα: «Τι το καινούργιο θέλει να μας πει; Εκτός, αν οι κλί­μακες των δημοτικών τραγουδιών στερούνται ημιτονίων». Τίποτε καινοφανές, τίποτε περισσότερο, λοιπόν, δεν θέλω να πω, απ’ το ότι η Θράκη ανήκει μουσικά στη θαλασσινή Ελλάδα, γεγονός που δεν φανταζόμουν ότι ο κ. Καβακόπουλος αγνοούσε.
4-5. Στην τέταρτη παράγραφο ο συντάκτης σας παραποιεί το κείμενο μου:«Η μουσική της Ανατολικής Θράκης, μελωδική και πρόσχαρη, είναι ιδιαίτερα επηρεασμένη από την πλούσια -κοσμική και ψαλτική-μουσική ζωή της Πόλης και συγγενεύει με αυτήν της Μ. Ασίας και των νησιών του Αν. Αιγαίου», παραθέτοντας το δήθεν πιστά (εντός εισαγωγικών) ως: «η μουσική της Θράκης (παραλείπει το Ανατολικής), της Μ. Ασίας και των νησιών του Αιγαίου είναι επηρεασμένη από την πλούσια κοσμική και ψαλτική μουσική της Πόλης», αποφαινόμενος μάλιστα ότι είναι «λάθος». Ομως, μαζί με μένα, θα διαφωνήσουν με τον κ. Καβακόπουλο ο S.B.B. {Δοκίμιο, σ. 47) και ο Πολ. Παπαχριστοδούλου (Το θρακικό τραγούδι, βυ­ζαντινό τροπάρι, Α.Θ.Λ.Γ.Θ., τ. Ιθ') και εν μέρει και ο ίδιος(!) (Τραγούδια της Βορειοδυτικής Θράκης, Ι.Μ.Χ.Α., 1981, σ. 9) καθώς και λίγο παρακά­τω, στην παράγραφο 5, όπου λέει: «...τα καθιστικά τραγούδια... θυμί­ζουν αργά βυζαντινά εκκλησιαστικά μέλη...». Επιπλέον (άγνωστο πώς) αντιλαμβάνεται «την πλούσια -κοσμική και ψαλτική- μουσική ζωή τής Πόλης» ως«λογιωτατισμό», «αστικά και σχολικά τραγούδια... επώνυμων ποιητών και συνθετών, που στάθηκαν εφήμερα...».
6. Σ' αυτή την παράγραφο ο συντάκτης σας, κ. Ράφτη, ξεπερνά κάθε όριο δεοντολογίας, λέγοντας ότι στο κείμενο μου αναφέρω (επί λέξει) «σαν αστικό κέντρο τη Σωζόπολη... όπου και εκεί δημιουργήθηκε λόγιο αστικό τραγούδι». Όμως, δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί να γίνει τόσο μεγάλη αλλοίωση ενός κειμένου τεσσάρων γραμμών: «Η μουσική της Β. Θράκης με το δικό της χαρακτηριστικό χρώμα, είναι η τρίτη εκδοχή στο θρακιώτικο τραγούδι. Μουσική που καλλιεργήθηκε στα αστικά κέντρα και στις ιστορικές πόλεις (Φιλιππούπολη, Στενήμαχο, Σωζόπολη, ΚαβακλΊ, Αγχίαλο, Μεσημβρία, Βάρνα, Πύργο, Ιάμπολη...), αλλά και στα απομονω­μένα χωριά πάνω στα βουνά με τα πυκνά δάση, τη Ροδόπη και τον Μικρό Αίμο-Στράντζα. Ομως, διαπιστώνουμε στην ηπειρωτική περιοχή της Β. Θράκης αρκετές μουσικές ομοιότητες με τη Δυτ. Θράκη, ενώ στα θρα­κικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας η μουσική συγγενεύει περισσότερο με αυτήν της Αν .Θράκης...».
Έκτος και αν ή παραποίηση του κειμένου έγινε μόνον και μόνον για να εξυπηρετήσει την ανακοίνωση της πρόσφατης κυκλοφορίας του τελευ­ταίου βιβλίου του με τα «Καθιστικά της Σωζόπολης».
7. Εδώ ο κ. Καβακόπουλος αναρωτιέται «τι εννοώ» όταν λέω ότι «στη Θράκη συναντά κανείς ποικιλία από απλούς και σύνθετους ρυθμούς σε διάφορες εκδοχές», αποφαινόμενος ότι τα διάφορα μουσικά μετρικά σχήματα «είναι άγνωστα στους πολλούς, ακόμα και σε μουσικολόγους» (υπονοώντας μάλλον ότι είναι γνωστά σ' αυτόν, ο όποιος συγκαταλέγε­ται στους λίγους;)
Όμως αν είχε την πρόνοια να ξεφυλλίσει λίγο προσεχτικά το ένθετο φυλλάδιο πριν βάλει στο χαρτί όσα έχει γράψει, θα έβλεπε λ.χ. ότι τον εννεάσημο ρυθμό στη Θράκη τον βρίσκουμε στο συγκαθιστό (4+5 ή 2+2+2+3, σσ. 18, 22, 28) άλλα και στην εκδοχή του καρσιλαμά (2+2+2+3, σσ. 18), ή τον επτάσημο τον συναντούμε είτε στον ρυθμό του μαντηλάτου (2+2+3, σσ. 22,24,30,31) είτε στο ρυθμικό σχήμα του κοινού και πα­νελλήνιου καλαματιανού συρτού (3+4, σσ. 26,31)...
8. Για τις τοπικές ονομασίες των χορών ντάχτιλι, ξίσυρτος, χασάπικος ή χασαπιά και των οργανοπαιχτών τσαλκατζήδες, αναφέρει ως σωστές τις νταχτιριρί, ξισυρτό, χασάπικο και τσαλγκιτζήδες. Όμως πάγια τα­κτική στην εθνομουσικολογία είναι να υιοθετείται ως ορολογία αυτή που οι ίδιοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν (όπως αυτή προκύπτει από μερικές δεκάδες συνεντεύξεις Θρακιωτών πού έγιναν στα πλαίσια της επιτόπιας έρευνας), και όχι η επεξεργασμένη ορολογία των «ειδικών» (αν και οι μι­κρές αυτές, αν όχι ασήμαντες, διαφορές μπορούν να αιτιολογηθούν από τις κατά τόπους παραλλαγές προφοράς). Εκτός και αν οι σημερινοί Θρα­κιώτες είναι «οι ψευτόμαγκες της εποχής», όπως λέει ο κ. Καβακόπου­λος, αναφερόμενος στη χασαπιά.
9. Σ' αυτή τη παράγραφο ο συντάκτης σας γράφει: «Ο κ. Διονυσόπουλος αγνοεί πως τον πρώτο δίσκο 78 στρ. πού κυκλοφόρησε ο Π. Καβακόπου­λος με τη χορωδία του στα 1952 ήταν το τραγούδι "όλες οι νειές παντρεύ­ονται". Δεν του είπε κανένας για το δισκογραφικό έργο του Π.Κ. με τρα­γούδια απ' όλη την Ελλάδα, μαζί με τα πρώτα θρακικά τραγούδια πού κυκλοφόρησαν σε δίσκους 45 στρ. με τραγουδιστές τον Καρ. Δοϊτσίδη και την Είρ. Καβακοπούλου;»
Η απάντηση σε αυτή και μόνον την παράγραφο θα αρκούσε ως συνολική απάντηση στον κ. Καβακόπουλο, για να καταδειχθεί το ήθος του μαζί με την ευκολία που έχει στο να παραθέτει ελλιπή, ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, και τούτο διότι:
α. Ο κ. Καβακόπουλος γνωρίζει πολύ καλά ότι έχω πλήρες αντίγραφο όλων των δίσκων 45 στρ. που έχει επιμεληθεί και που έχει στο αρχείο του (μιας και ο ίδιος μου τους έχει δώσει να τους αντιγράψω σε ταινίες και να του δώσω ένα αντίγραφο!), και μάλιστα τους έχουμε σχολιάσει έναν προς έναν μαζί.
β. Στο αρχείο του δεν συμπεριλαμβάνεται ο δίσκος 78 στρ. για τον όποιο κάνει λόγο. Όταν, λοιπόν, ανακάλυψα την ύπαρξη του ψάχνοντας σε αρχεία και καταλόγους, τηλεφώνησα στον κ. Καβακόπουλο (μιας και είχε περαστεί στο όνομα του για τα πνευματικά δικαιώματα, όπως και η μισή από την υπόλοιπη δισκογραφία του!), για να μάθω περισσότερα για αυτή τη ιδιαίτερη δισκογράφηση, την οποία ήθελα να ακούσω αν ήταν δυνα­τόν (αφού, απ όσο γνωρίζω, αποτελεί τη μοναδική δισκογράφηση θρα­κιώτικου τραγουδιού σε 78 στρ., βλ. ένθετο σ. 12). Αρχικά έδειξε έκπλη­ξη, σαν να την αγνοούσε (έχουν περάσει βλέπετε 41 χρόνια), ενώ με την κουβέντα στην συνέχεια θυμήθηκε την ύπαρξη της, άλλα με διαβεβαίω­σε ότι είχε πολύ μικρή κυκλοφορία (έτσι δικαιολογείται ότι δύο από τους μεγαλύτερους συλλέκτες σχετικών δίσκων τον αγνοούσαν),
γ. Ο δίσκος δεν είναι τού 1952 όπως εσφαλμένα αναφέρει ο κ. Π.Κ., άλλα του 1953. Εξ άλλου το 1952 δεν είχε γνωρίσει ακόμα τον Χρ. Αηδονίδη, ο οποίος τραγουδάει εδώ και τον συνοδεύει η χορωδία. (Η γνωριμία Χ.Ά. και Π.Κ. γίνεται το καλοκαίρι του 1953, βλ. σ.8).
δ. Ο τίτλος του τραγουδιού δεν είναι "Όλες οι νειές παντρεύονται" όπως εσφαλμένα αναφέρει ο κ. Π.Κ., αλλά "Ρούμ τουρουρούμ", που είναι το τσάκισμα του τραγουδιού (πρόκειται βέβαια για το ίδιο τραγούδι, βλ. ένθετο σ. 22).
ε. Τα πλήρη στοιχεία αυτού τού δίσκου 78 στρ. (όπως ακριβώς αναφέρο­νται στο ένθετο, σ. 14) είναι: "Ρούμ τουρουρούμ", ΑΟ-5183, HisMaster'sVoice, 1953.
στ. Στη συγκεκριμένη δισκογράφηση, λόγω τής μοναδικότητας της, γί­νεται αναφορά σε τρία (3) σημεία στο ένθετο του δίσκου (σσ. 6,12,14). Ως εκ τούτου, αν μη τι άλλο, δεν την αγνοώ.
ζ. Το πρώτο θρακιώτικο τραγούδι σε δίσκο 45 στρ. είναι το "Σουλτάνα, Σουφλιουτούδα", με τον Χρ. Αηδονίδη, δίσκος 7734, Philips, 1961 (βλ. ένθετο, σ. 14), ενώ ο Κ. Δοϊτσίδης με την Είρ. Καβακοπούλου παρουσιά­ζονται ταυτόχρονα στη δισκογραφία με θρακιώτικα τραγούδια από τα τέ­λη τού 1961 και μετά (με πρώτο δίσκο τον MB 281, MusicBox, 'Αλάργα ξέ­νε απ’ το χορό /Σ’ αυτό τ' αλώνι το φαρδύ).
10. Σ' αυτή τη παράγραφο ο κ. Π.Κ. λέγει ότι πρώτος (αυτός; μαζί με τον Πολ. Παπαχριστοδούλου;) ξεκίνησε τις θρακικές εκπομπές το 1950 και μετά. Λίγο παρακάτω όμως, στην παράγραφο 13, λέει πώς η εκπομπή ξε­κίνησε στα μέσα του 1951. Τι από τα δύο είναι το σωστό; Διότι εγώ ψάχνο­ντας τα κείμενα από τους προλόγους όλων των θρακικών εκπομπών (όπως μάς διαβεβαιώνει ο συγγραφέας τους Πολ. Παπαχριστοδούλου, (Α.Λ.Γ.Θ., τ. 31,1965, σ. 65), εντοπίζω δύο μόνον εκπομπές, (από τις 71 συνολικά), στο τέλος του 1952 και όλες οι υπόλοιπες εκπομπές είναι των ετών 1953-55 (βλ. ένθετο σ. 6). Μέχρι τις 26-2-1953 δε, οπότε μεταδίδο­νται από το κρατικό ραδιόφωνο τρία (3) σουφλιώτικα τραγούδια, κατα­γραμμένα και σταλμένα στην εκπομπή από τον καθηγητή της μουσικής κ. Βογιατζή (και είναι ενδιαφέρον να είχαμε την δυνατότητα να ακούγα­με σήμερα πώς εκτελέστηκαν τότε, για να αποκτήσουμε άποψη για το ύφος και το ήθος των εκτελέσεων αυτών), δεν έχει μεταδοθεί κανένα άλλο δυτικοθρακιώτικο τραγούδι, έκτος από τρία κάλαντα.
11. Η λέξη «ομογενοποιήσει» ή «ομοιογενοποίηση», όπως θέλει ο κ. Κα­βακόπουλος, δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι: όταν για τις ανά­γκες των ραδιοφωνικών εκπομπών η ίδια ορχήστρα και ή ίδια χορωδία καλούνται να ερμηνεύσουν τραγούδια που αναφέρονται σε διαφορετικά μουσικά ιδιώματα από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, δεν μπορεί παρά να παράγουν (τελικά) υφολογική και αισθητική ομοιομορφία.
Με την ευκαιρία καλώ οποιονδήποτε έχει τον δίσκο 78 στρ. της παρ. 9, αν είναι δυνατόν να έρθει σε επαφή μαζί μου, μέσα από την «Παράδοση», για να τον ακούσω. Είναι δε πολύ σημαντικό να διαπιστωθεί, μέσα από αυτό το σπάνιο ντοκουμέντο, η ακρίβεια των προφορικών μαρτυριών από ανθρώπους τής εποχής, πού λέγουν πώς ή ορχήστρα (από μη Θρα­κιώτες μουσικούς) και η χορωδία του Π. Καβακοπούλου την δεκαετία του '50, έπαιζε και έλεγε τα ζωναράδικα σε τρίσημο ρυθμό και τα συγκαθιστά σαν καλαματιανά.
12. Ο άπειρος τότε Χρ. Αηδονίδης πράγματι απεκόμισε αρκετά από τη συνεργασία του με τον αυτοαποκαλούμενο «δάσκαλο» Π. Καβακόπουλο και τους πολύ καλούς μουσικούς της ορχήστρας που χρησιμοποιούσε. Δεν μας λέει όμως ο κ. Π.Κ. τι απεκόμισε ο ίδιος από τον Χ. Α., όταν λ.χ. για το βιβλίο του «Τραγούδια τής Βορειοδυτικής Θράκης» ο Χ. Α. υπήρξε ο μοναδικός πληροφορητής του.
13. Οσα αναφέρονται εδώ αφορούν τον ίδιο τον κ. Π.Κ. και όχι τον δίσκο στον όποιο ασκεί κριτική. Και με την ευκαιρία μία διόρθωση: η εκπομπή κρατάει ως το 1955 και όχι ως το 1954 που εσφαλμένα αναφέρει. (Στα «Τραγούδια τής Βορειοδυτικής Θράκης», σ. 9, αναφέρει ότι η εκπομπή κρατάει ως το 1956. Τι από τα δύο πρεσβεύει;)
14. Οσα ανεκδοτολογικά αναφέρει εδώ ο κ. Καβακόπουλος για την κ. Ειρήνη Καβακοπούλου δεν αφορούν το θέμα μας και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο σχολιασμού.
15. Τα τραγούδια «Η αγάπη είναι καρφίτσα» και «Κυρά μ' κι αρχοντοπού­λα» ισχυρίζεται ο κ. Π.Κ. ότι δεν θα πρεπε να είχαν συμπεριληφθεί στην έκδοση γιατί δεν είναι τραγούδια της Θράκης.
Ομως τέσσερες αράδες πιο κάτω αυτοαναιρείται(!) για το δεύτερο τρα­γούδι, μιας και ο 'ίδιος δέχεται ότι είναι της Προποντίδος, που αποτελεί μέρος της Αν. Θράκης.
Οσον άφορα το πρώτο, στην έκδοση αναφέρεται ρητά ότι είναι τραγούδι κυρίως τής Μ. Ασίας άλλα απαντάται και στην Αν. Θράκη. Εξ άλλου στο ένθετο του δίσκου αναλυτικά αναφέρεται η διάδοση αυτού του σκοπού στον ευρύτερο χώρο της Αν. Μεσογείου, ενώ έχει εντοπισθεί η πρώτη, μάλλον, ηχογράφηση του σε δίσκο 78 στρ. με αυτούσιο το σκοπό, η όποια είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου. Πρόκειται για μια ηχογράφηση που έγινε στο Κάιρο γύρω στα 1910, με το βιολί του IbrahimSahalu'sTakht, Εβραίου από την Αίγυπτο (θλ. σσ. 16,18).
16. Σχετικά με το ιστορικό της καταγραφής του σκοπού «Η αγάπη είναι καρφίτσα» από τον Σ. Καρά (απ’ τον όποιο και το έμαθα) δεν έχω να προ­σθέσω κάτι. Δεν θα μπορούσε όμως να συμπεριληφθεί στα ήδη βεβαρημέ­να σχόλια, όπως δεν συμπεριελήφθη και ένας μεγάλος, πράγματι, όγκος πληροφοριών που συγκεντρώθηκε στα δύο χρόνια της ερευνάς μας.
17. Ο κ. Καβακόπουλος προσάπτει εδώ ανικανότητα(!) στον Σ. Καρά να φέρει στα μέτρα έναν καρσιλαμά (σε αντίθεση με τον ίδιο που κατάφερε να αποκαταστήσει ρυθμικά το τραγούδι). Δεν σχολιάζω την αυτονόητη ύβρη για οποιονδήποτε έχει γνωρίσει έστω και λίγο τον «δάσκαλο» της παραδοσιακής και βυζαντινής μουσικής.
Τέλος πάντων, ας έρθουμε στην ουσία: αναφέρεται στον οργανικό σκοπό με τίτλο "Μικρασιάτικος καρσιλαμάς", (Λύρα, 3201, Α2), που δεν είναι τίποτε άλλο από την οργανική εκδοχή τής "Καρφίτσας". 'Εδώ έχω να παρατηρήσω πως δεν υπάρχει απολύτως κανένα 11σημο μέτρο, και μάλιστα το πρώτο, όπως υποστηρίζει ο Π.Κ. Τα οκτώ (8) πρώτα μέτρα είναι τυπικά ενός κοινού 9σημου ρυθμού (2+2+2+3). Κάποια ανωμαλία υπάρχει μόλις αρχίζει το ήάόώ' (το όποιο εδώ εκτελεί η ορχήστρα επίσης), και ειδικότερα στο 11ο μέτρο το όποιο είναι ελλιπές (8σημο, 2+2+2+2), μιας και η ορχήστρα μπαίνει (συστηματικά) πιο νωρίς σ' αυτό το σημείο. Δεν γνωρίζω γιατί μπερδεύεται ο κ. Καβακόπουλος. Για όποιον θα ήθελε να ακούσει αυτή την εκτέλεση, ο δίσκος κυκλοφορεί πλέον σαν Ταξίδι στην 'Ελλάδα, Μαόόίάά22041, Α2 (ανατυπώσεις από δίσκους 45 στρ.).
18. Πράγματι, ο Χ. Αηδονίδης έμαθε το τραγούδι «Κυρά μ' κι αρχοντοπού­λα» όταν ήταν στη χορωδία τού Π. Καβακοπούλου. Κατά την ηχογράφηση όμως του συγκεκριμένου τραγουδιού, συμβουλευτήκαμε την καταγραφή του Σ. Καρά, που έκανε σε επιτόπια ηχογράφηση με πρόσφυγες τής Προποντίδας, στη Ν. Πέραμο τής Καβάλας, το 1974 (δίσκος ώϊΝΜ 125, Α2).
19. Ευχαριστώ τόν κ. Καβακόπουλο γιά τά ανεκδοτολογικά στοιχεία πού μας έδωσε για τη σχέση του και την τριβή του με τα δύο παραπάνω τρα­γούδια (παρ. 15-18). Στοιχεία, που πράγματι, δεν γνώριζα με τόσες λε­πτομέρειες και που προστίθενται στα όσα είχαν πέσει στην αντίληψη μου από αφηγήσεις του Χ. Α. και του Σ. Καρά. Αυτό όμως που δεν καταλαβαί­νω είναι γιατί «όφειλα να γνωρίζω» και να αναφέρω την προσωπική πο­ρεία του καθενός, άρα και του κ. Π.Κ., σε σχέση με κάθε τραγούδι, όταν μάλιστα πρόκειται για ήδη δημοσιευμένα και μάλιστα δισκογραφημένα τραγούδια; (βλ. ανωτέρω παρ. 15 και 18), ενώ π.χ. δεν όφειλε ο Π.Κ., ως παλαιότερος, να γνωρίζει μερικά από τα όσα παραπάνω ανέφερα;
20. Έδώ ό κ. Π.Κ. πάλι αντιγράφοντας από τα σχόλια του ένθετου παρα­ποιεί το κείμενο (βλ. το πλήρες σ. 28)
Για το αν υπάρχει ή όχι τίτλος χορού (θα εννοεί μάλλον χαρακτηρισμός) καλαματιανό συρτό, παραπέμπω στο σχόλιο της παρ. 8.
Για το «αν έχω ακούσει» ότι ο καρσιλαμάς έχει 9σημο ρυθμό, παραπέμπω στο ένθετο, σ. 18. Στην ίδια σελίδα μπορεί να βρει κάποιος στοιχεία για τα μετρικά σχήματα είτε του 9σημου θρακιώτικου συγκαθιστού (καθ' όσον σε άλλες περιοχές ο συγκαθιστός μπορεί να είναι 8σημος ή και 7σημος), και του 7σημου μαντηλάτου, ο οποίος σε μερικά χωριά από την Βόρεια ή τη Δυτική Θράκη συμπεριλαμβάνεται στους συγκαθιστούς χορούς. Όσον άφορα «τις αμφισβητούμενες ιστορικές αναλήθειες», δεν κατάλαβαίνω ειλικρινά σε ποιόν και σε τι αναφέρεται ο Π.Κ. σε σχέση με τα ρυθμικά σχήματα.
21. Τον γενικόλογο επιτιμητικό αφορισμό για τον κάθε «τυχόντα», που δρα «στον έρμο αυτόν τόπο», τον αντεπεξέρχομαι, διότι δεν είναι σαφές από τη διατύπωση, αν συμπεριλαμβάνει ή όχι τον εαυτό του ο κ. Καβακό­πουλος στους τυχόντες, ή από «σεμνότητα» αυτοεξαιρείται. Πάντως, ο καθένας δουλεύει και συμβάλλει όσο μπορεί, στο μέτρο των δυνατοτήτων του. Σε αυτόν τον κανόνα μπορούν να συμπεριληφθούν οι πάντες, ανεξάρτητα από τον βαθμό της αυτογνωσίας που διαθέτουν.·
22. Σε αυτή την παράγραφο ο κ. Καβακόπουλος αμφισβητεί την επάρκεια για μουσικές μεταγραφές του τακτικού καθηγητή Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Γ. Αμαργιανάκη, και του μουσικού και μουσι­κολόγου Γ. Αρβανίτη. Αν και το θέμα των μουσικών μεταγραφών της πα­ραδοσιακής μουσικής στο πεντάγραμμο είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα, αναφέρω άπλα ότι: ο μεν πρώτος έκτος των άλλων ήταν επί σειρά ετών δόκιμος καταγραφέας του Κ.Ε.Ε.Λ. της Ακαδημίας Αθηνών, ο δε δεύτε­ρος είναι ένας χαρισματικός καταγραφέας, χωρίς αμφιβολία για όσους έτυχε να συνεργαστούν μαζί του.
23-24. Συμφωνώ με όσα γράφονται στην παρ. 22 όχι όμως και με την παρ.23. Εξαλλου σε θέματα αισθητικής δεν υπάρχει μία και μόνη σωστή άπο­ψη. "Ομως κάποιες μικρές και περιορισμένες δημιουργικές επεμβάσεις του Χ.Ά. όπως και κάθε άξιου μουσικού, δεν θα τις χαρακτήριζα «συνθέ­σεις», μιας και αποτελούν τρέχουσα πραγματικότητα και συστατικό στοι­χείο κάθε ζώσας παραδοσιακής μουσικής.
25. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θεωρητικό ζήτημα το κατά πόσον είναι «λάθος» αυτό που θεωρεί ως λάθος ο «ειδικός», όταν η ποικιλόμορφη παραδοσιακή μουσική (όπως και κάθε ζωντανή μορφή έκφρασης) δεν ακολουθεί μέχρι κεραίας τα επινοηθέντα από τους ειδικούς και κατασκευασθέντα ερήμην της προκρούστια πρότυπα με "κανονιστικές" και "ρυθμιστικές" αξιώσεις (βλ. σημ. 14, σ. 14). Πάντως ο Χ.Α., όπως ο ίδιος με διαβεβαίωσε σχετικά, δεν αισθάνεται κανένα λάθος ή ελλιπή υποστή­ριξη από την ορχήστρα. Η ποικιλία και η ασυμμετρία είναι υπέρ της ομορ­φιάς και της έκφρασης.
26. Εξαίρετος πράγματι ο Σ. Σινόπουλος. Κανένας από τους άλλους 11 κορυφαίους (χωρίς διάθεση υπερβολής) μουσικούς δεν συγκίνησε, και δεν άξιζε κάποιας μνείας;
27. Στην καλή ή όχι επιλογή των τραγουδιών δεν υπάρχει απόλυτο μέτρο αξιολόγησης. Αλλά έγινε προσπάθεια στα 23 τραγούδια του δίσκου (28 στο έί) να υπάρχει ποικιλία ρυθμική και μελωδική με σκοπούς και από τις τρεις περιοχές της Θράκης (Ανατολική, Βόρεια και Δυτική). Επιπλέον στην έκδοση συμπεριλαμβάνονται ορισμένα από τα πιο αντιπροσωπευτι­κά δείγματα αφηγηματικών τραγουδιών, πού είναι γνωστά σε όλους μας σαν ποιητικά κείμενα, αλλά δεν κυκλοφορούν ηχογραφημένα με τη μου­σική τους. Τραγούδια όπως "Της Άρτας το γεφύρι", "Του νεκρού αδερ­φού", "Της κακιάς πεθεράς", "Της Ρωμιοπούλας", "Του πραματευτή", "Του κριματισμένου", "Της Σούσας" κ. ά. Γι αυτό νομίζω ότι είναι μια ενδιαφέρουσα επιλογή, που δίνει λόγο ύπαρξης στην έκδοση και που άξιζε να συμπεριληφθεί στο εκδοτικό πρόγραμμα των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, νομίζω ότι οι αναγνώστες σας, κ. Ράφτη, έχουν τα στοιχεία που χρειάζονται για να βγάλουν τα συμπεράσματα τους.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Στη διάθεση σας για οποιαδήποτε περαιτέ­ρω επεξήγηση.


με εκτίμηση
Νίκος Διονυσόπουλος


**********************************************
************************************************

PAR018

DionysopoulosN01GR.doc