Κείμενο : 2 Μικρό δοκίμιο για το Τσιφτετέλι |
Πηγή : /P026-10 , Ευρετήριο : O-744C7AF2 |
Αλκης Ράφτης Μικρό Δοκίμιο Για το Τσιφτετέλι Ράφτης, Αλκης: "Μικρό Δοκίμιο Για το Τσιφτετέλι", Παράδοση και Τέχνη 026, σελ. 14-15, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Μάρτιος-Απρίλιος 1996. Μικρό Δοκίμιο Για το Τσιφτετέλι Μόλις ξαφνικά ακουστούν τα πρώτα μέτρα μιας μελωδίας από Τσιφτετέλι τα πρόσωπα φωτίζονται, τα μάτια παίρνουν λάμψεις αλλοιώτικες και οι ώμοι λύνονται. Οι άντρες κυττάνε παράξενα τις γυναίκες της παρέας, καθώς φαντάζονται την καθεμία να το χορεύει. Ο ρυθμός είναι άμεσα αναγνωρίσιμος, οι επιπτώσεις του είναι καταλυτικές. Δεν μας χρειάζεται λοιπόν καμιά ιδιαίτερη εισαγωγή στο θέμα. Αντίθετα, το μόνο που λείπει είναι μια νηφάλια αντιμετώπιση. Θα την προσπαθήσουμε, προσέχοντας όμως να μην χαλάσουμε το κέφι της παρέας με την αυστηρή αντικειμενικότητα. Τα κείμενα που έχουν γραφτεί μέχρι τώρα για το Τσιφτετέλι είναι δημοσιογραφικά ή λογοτεχνικά - καιρός είναι να συμπληρωθεί η εικόνα από ένα κάπως μελετητικό. Θα ξεκινήσουμε με το στίχο του Σωκράτη Προκοπίου, του βάρδου της Σμύρνης, που περιέγραψε έμμετρα τη ζωή στη χαμένη πρωτεύουσα των γλεντζέδων όλης της Μεσογείου το 1900: "Αρχίζουν τον Καρσιλαμά, χορεύει εκεί όποιος θέλει, κάθε χορό κεμπάρικο, γερλί-σιο, Τσιφτετέλι..."(Σεργιάνι στην παλιά Σμύρνη. Αθήνα, 1949). Η λέξη τσιφτετέλι είναι τουρκική και σημαίνει διπλόχορδο (τέλια λέγονται και από τους Ελληνες οι χορδές). Αρχικά είναι όρος των μουσικών, για την περίπτωση όπου ο βιολιτζής βάζει δύο χορδές στην ίδια εγκοπή του "προσκέφαλου" (οι χορδές στα έγχορδα όργανα τεντώνονται ανάμεσα στο "προσκέφαλο" και στον "καβαλάρη"). Ξεκινάει από το κούρντι-σμα "άλλα τούρκα" (άγνωστο στους μουσικούς του ωδείου, που χρησιμοποιούν το "άλλα φράνκα"), το οποίο επιτρέπει ένα παίξιμο ανατολίτικο, σε φυσική κλίμακα. Η δεύτερη χορδή είναι κουρντισμένη σε ταυτοφωνία ή σε διάστημα μιας οκτάβας από την πρώτη, έτσι ο ήχος είναι πιο γεμάτος, πιο αισθησιακός. Συγχρόνως, με το δάχτυλο ο βιο-λιτζής "γλύφει τις νότες", τις αλλάζει δηλαδή απειροελάχιστα καθώς τις παίζει, ψάχνοντας να βρει αρχέγονους ήχους. Καταλαβαίνετε ότι βρισκόμαστε ήδη πολύ μακριά από τη "μουσική δωματίου" της Ευρώπης. Αρχικά λοιπόν πρόκειται για ένα παίξιμο ανατολίτικου τύπου, και κατ' επέκτασιν για έναν τέτοιο χορό. Οπωσδήποτε δεν πρόκειται για δημοτικό χορό, εφόσον ήταν εντελώς άγνωστος στα χωριά, ακόμα και στα ελληνικά χωριά της Μι-κοασίας. Ακόμα και στους Τούρκους είναι άγνωστο το Τσιφτετέλι, μεαυτήτην ονομασία τουλάχιστον. Για το λόγο αυτό δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα των χιλιάδων ερασιτεχνικών συγκροτημάτων που παρουσιάζουν ελληνικούς χορούς. Και βέβαια ούτε διδάσκεται στο Θέατρο Ελληνικών Χορών, στα ελεύθερα μαθήματα για όποιον θέλει να μάθει δημοτικούς χορούς. Στα χο-ροδιδασκαλεία όμως μπορείτε να πάρετε μαθήματα. Το να ξέρει όμως κανείς από ρεμπέτικα ή από δημοτικά βοηθάει, γιατί ξέρει να ακούει τι του λέει η μουσική και έχει αποκτήσει πιο στρωτές κινήσεις. Αλλωστε δεν χρειάζεται απαραίτητα εκμάθηση - αφήνει κανείς τον εαυτό του ελεύθερο στην πίστα και αυτοσχεδιάζει ή αντιγράφει τσαλίμια (φιγούρες, για τους μοντέρνους) από τους άλλους. Σημασία έχει να λικνίζει τους γοφούς, να κυμματίζει τα χέρια και να τρεμοπαίζει τους ώμους. Αν τα καταφέρνει να περιστρέφει την κοιλιά, ακόμα καλύτερα. Υπάρχουν ειδικά μαθήματα χορού οριεντάλ στην Αθήνα, η μόδα ήρθε από την Αμερική όπου τo είδος έχει μεγάλη πέραση. Οσο κι αν φαίνεται παράξενο, οι περισσότερες χορεύτριες οριενταλ στα καμπαρέ όλου του κόσμου είναι Αμερικανίδες, ποτέ δεν είναι από αραβικές χώρες όπως θα φανταζόταν κανείς. Υπήρχαν βέβαια πάντα αισθησιακοί χοροί από μια γυναίκα μόνη της, αλλά εκτελούνταν πάντα από επαγγελματίες χορεύτριες. Στην ίδια κατηγορία είναι ο "χορός της κοιλιάς", ο "χορός της Σαλώμης" ή "χορός των 9 πέπλων", και γενικά το είδος που λέγεται σήμερα οριενταλ. Πρόκειται ίσως για το πιο αρχέγονο χορευτικό είδος και το μόνο που διατηρήθηκε συνεχώς από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι την εποχή μας. Οι ιστορικοί του χορού θα πρέπει κάποτε να αφήσουν τις σεμνοτυφίες και να ασχοληθούν σοβαρά μαζί του. Το Τσιφτετέλι λοιπόν έχει μικρασιάτικη καταγωγή αλλά αναδείχτηκε από τους ελλαδίτες αστούς τον τελευταίο αιώνα Πήραν έναν γυναικείο επαγγελματικό χορό των καφέ-αμάν, και τον έκαναν να χορεύεται από ερασιτέχνες γυναίκες, αλλά και από άντρες, στα κέντρα και στις ντισκοτέκ. Πήραν ένα ύφος ράθυμο και λάγνο, και του προσέθεσαν μια παιχνιδιάρα κη, μιμητική και διονυσιακή διάθεση. Δεν χορεύεται σε κυκλικό σχηματισμό, όπως η μεγάλη πλειοψηφία των δημοτικών χορών. Είναι λοιπόν "μοναχικός" χορός, όπως και ο Ζεϊμπέκικος, σε αντίθεση με τον Καρσιλαμά που είναι ζευγαρωτός ανπκρυστός. Είναι πάντα σε μέτρο 4σημο, ενώ ο Καρσιλαμάς και ο παλιός Ζεϊμπέκικος είναι σε 9σημο. Αμέτρητοι όμως είναι οι χοροί σε μέτρο 4σημο, από τα Συρτά μέχρι τη ντίσκο. Το Τσιφτετέλι ξεχωρίζει από τα χαρακτηριστικά χτυπήματα στο όργανο συνοδείας: ένα δυνατό και τρία αδύνατα, ή ένα δυνατό και επτά αδύνατα για να γίνει πιο μακρόσυρτο. Τα κατ' εξοχήν όργανα για μια τέτοια μελωδία είναι το βιολί και το τουμπελέκι. Λίγοι είναι οι βιολιτζήδες σήμερα που μπορούν να αποδόσουν καλά ένα Τσιφτετέλι - αν δεν είναι πρακτικοί οργανοπαίχτες είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν. Στο τουμπελέκι, όπως και σε όλα τα κρουστά, οι πραγματικοί μαστόροι είναι οι Γύφτοι, ή τελοσπάντων όσοι έχουν γύφτικη καταγωγή και το κρύβουν. Αν το βιολί δεν τα βγάζει πέρα, θα προτιμούσα ένα ούτι, εφόσον το μπουζούκι είναι πια τετριμένο. Και με κλαρίνο ακούγεται καλά - προσπαθείστε να βρήτε το δίσκο "Τσιφτετέλια" με τον Γιώργο Μπορμά, το καλύτερο κλαρίνο της Θράκης (PANIVARMAKEDONIA 30036). Τώρα που ξεπουλιούνται οι δίσκοι βινυλίου είναι ευκαιρία να αγοράσει κανείς τα Σαββατοκύριακα στο Μοναστηράκι εκδόσεις που μάλλον δεν θα ξαναβγούν ποτέ σε κόμπακτ. Αλλος παλιός δίσκος, με ποικιλία εκτελεστών αυτή τη φορά, είναι τα "Ατέλειωτα Τσιφτετέλια" (MUSICBOX 10378). Το Τσιφτετέλι δεν έχει ένα βασικό κινητικό μοτίβο, δεν έχει βήματα, που λένε. Εχει όμως μια κινητική φράση που επανέρχεται συχνά και συνίσταται σε τρία ελαφρά πατήματα στον τόπο, ενώ στον τέταρτο χρόνο το πόδι σηκώνεται από εμπρός και κατεβαίνει αργά δίπλα Σε αντίθεση με τους άλλους λαϊκούς χορούς, η έμφαση δεν είναι στα πόδια αλλά στα χέρια και σε ολόκληρο το σώμα, στα λικνίσματα των γοφών, στις προκλητικές κινήσεις του στήθους και στις αργές κινήσεις των χεριών που διαγράφουν καμπύλες. Τον μεγαλύτερο ρόλο βέβαια παίζει το ύφος της χορεύτριας: απαραίτητα περιπαθές (νταλκαδιάρικο) και ναζιάρικο (τζιλβελίδικο, που λέγαν οι παλιοί). 0 κόσμος συγχέει το Τσιφτετέλι με τον Καρσιλαμά, επειδή ακριβώς δεν ξέρει να ξεχωρίσει τους ρυθμούς. Φυσικά, ελάχιστες είναι σήμερα οι γυναίκες που ξέρουν να χτυπάνε τα ξύλινα κουτάλια (χουλέρια) ή ζίλια για να δώσουν την ολοκληρωμένη μορφή στο χορό τους. Οι γιαγιάδες τους όμως, από την Καππαδοκία, από τα παράλια της Μικράς Ασίας κι από τα νησιά, μαζεύονταν στα σπίτια και στις αυλές μεταξύ τους (ποτέ με παρουσία αντρών) και διασκέδαζαν τραγουδώντας και χορεύοντας τέτοιους χορούς. Επαιζαν τουμπελέκια, ντέφια και κουτάλια - αυτές ήταν μερακλούδες. Η τελευταία περιπέτεια αυτού του πανάρχαιου χορού είναι το Συρτοτσιφτετέλι, δηλαδή κάτι ανάμεσα στα δύο. Οι νεαροί που δεν ξέρουν ούτε απ' το ένα ούτε απ' το άλλο, μη μπορώντας να αντισταθούν στο αταβιστικό κάλεσμα της παράδοσης έφτιαξαν ένα υβριδικό είδος. Πρόκειται για μελωδίες του Συρτού που έχουν διασκευαστεί για να ακούγονται σαν Τσιφτετέλια (άλλωστε έχουν και τα δύο 4σημο ρυθμό) και χορεύονται είτε στον κύκλο πηδηχτά με έναν απλοϊκό τρόπο, είτε μοναχικά με κινήσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν" "ανατολικοφανές ντίσκο"ή "ντερβίσικο ροκ". Γιατί όχι; Α. Ράφτης **************************************** *************************************** PAR026 RaftisA215GR.doc |